Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2016

Μια ζωή και μια Μέρα


Μια ζωή και μια Μέρα


Όταν θα ’χουν περάσει πολλά-πολλά χρόνια ο Αλέξανδρος θα ’χει να λέει πως έζησε μια ολόκληρη ζωή και μια Μέρα. Μια μεγάλη, μια ατέλειωτη μέρα. Ήταν η μέρα που αναμετρήθηκε, για τρίτη φορά, με τα σαράντα δύο χιλιόμετρα της κλασσικής διαδρομής Μαραθώνας-Παναθηναϊκό στάδιο.

Οι δύο προηγούμενες δεν πιάνονται.

Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2016

Μονοπάτια με άρωμα μαστίχας

Μονοπάτια με άρωμα μαστίχας






Το είχαμε αποφασίσει.
Το είχαμε εντάξει στο ορειβατικό πρόγραμμα του 2012.
Μια βδομάδα πριν, το ταξίδι στη Χίο είχε οργανωθεί μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια.

Τετάρτη 25 Μαΐου 2016

Εκείνη... κι εκείνος
























Εκείνη …κι εκείνος

   Η νεαρή κοπέλα άπλωσε τον παγκόσμιο χάρτη και βάλθηκε να μελετάει τα εδάφη της ηγεμονεύουσας Ισπανίας. Δεν είδε μόνο την Ιβηρική αλλά και ολόκληρη την Κεντρική και Νότια Αμερική -μαζί με το χρυσάφι και το ασήμι του υπεδάφους τους φυσικά. Φαντάστηκε τις καραβέλες να καταφθάνουν στα Ισπανικά λιμάνια φορτωμένα πλούτο ικανό να λαμπρύνει όλες τις εκκλησίες και τα παλάτια της χώρας. Ύστερα κοίταξε με θλίψη την Αγγλία: μια κουτσουλιά στον χάρτη, μια περιφερειακή δύναμη, μια χώρα σχεδόν χρεωκοπημένη, πρόσφατα ηττημένη από τη Γαλλία. Και, σαν να μην έφταναν αυτά, μια χώρα που ταλανιζόταν από τη θρησκευτική διαμάχη καθολικών-προτεσταντών.

Τύλιξε τον χάρτη με μια αποφασιστική κίνηση. Δεν έπρεπε ν’ αφήσει το συμβούλιο να περιμένει. Μπήκε μεγαλόπρεπη στην αστραφτερή αίθουσα.

«Πώς μπορεί μια μικρή χώρα να γίνει μεγάλη δύναμη;»

Οι άρχοντες κοιτάχτηκαν. Τούτη η νεαρή που είχε μόλις ανεβεί στον θρόνο είχε μεγαλεπήβολους στόχους κι έδειχνε αποφασισμένη να τους υλοποιήσει. Ο σερ Φράνσις Ντρέικ υποκλίθηκε βαθιά.

«“Μέγα το της θαλάσσης κράτος”, έλεγαν, μεγαλειοτάτη, οι αρχαίοι Έλληνες. Είμαστε κι εμείς, όπως κι εκείνοι, θαλασσινός λαός και δεν μας λείπουν οι ικανοί και τολμηροί ναυτικοί. Μας λείπουν όμως καράβια που θα ξανοιχτούν στο εμπόριο, θα οργώσουν τις θάλασσες, θα κουβαλήσουν πλούτη στη χώρα. Μα οι φεουδάρχες κρατάνε τα λεφτά στα σεντούκια και μόνη τους έγνοια είναι να συναγωνίζονται στην επίδειξη. Και η Αυλή σας, οφείλω να ομολογήσω, δεν υπολείπεται.»

Η βασίλισσα είχε τη σπάνια αρετή ν’ ακούει. Έμεινε σκεφτική ώρα πολλή εστιασμένη και στις υπόλοιπες εισηγήσεις.

«Εγώ…» είπε τελικά χωρίς δισταγμό. «Τα δικά μου λεφτά θα πάνε στο χτίσιμο πλοίων. Θέλω να γίνει επιδεικτικά, να πάρει δημοσιότητα, να παρακινήσει κι άλλους.»

Οι άρχοντες σάστισαν. Ρηξικέλευθο! Πού ξανακούστηκε; Ένας ευγενής να ασχολείται με το αν θα πέσουν τα καράβια του έξω! Δεν ήταν αρκετή η γη για να προσπορίζει πλούτη όπως είχε κάνει στο βάθος των γενεών; Καινούργια ήθη; Μα εκείνη ήταν βασίλισσα και μπορούσε να μοιράσει την τράπουλα από την αρχή.

Ακολούθησε το εγγλέζικο ντόμινο.

«Αφού η βασίλισσα έβαλε τα λεφτά της σε καράβια, θα το κάνω κι εγώ. Είναι πολύ σικ», έλεγαν οι κυρίες της αυλής.

«Κάτι ξέρει η μουσίτσα», διαλογίζονταν οι άρχοντες, «πρέπει να μπω στο παιχνίδι.»

Από μόδα ή από προσμονή κέρδους, η βασίλισσα δεν προλάβαινε να βαφτίζει καράβια.


💧

Το βιβλίο γλίστρησε από τα χέρια μου. Με πήρε ο ύπνος, φαίνεται, κι έχασα τη συνέχεια. Άλλωστε η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή. Η πανωλεθρία της «αήττητης» ισπανικής αρμάδας, τα κουρέλια της οποίας κατέληξαν στην Ιρλανδία, που δεν τους χαρίστηκε, σηματοδότησε τον μετασχηματισμό της Αγγλίας στη θαλασσοκράτειρα Βρετανική αυτοκρατορία. Και η νεαρή βασίλισσα έμεινε στην Ιστορία ως η Ελισάβετ η Α΄.

💧

Ξύπνησα από τη φωνή της εκφωνήτριας. Ο πρωθυπουργός, προανήγγειλε, θα εκφωνήσει βαρυσήμαντο διάγγελμα. Ανακάθισα προσπαθώντας να συνδεθώ με την πραγματικότητα. Τι στο καλό; Αυτή την έκφραση είχα να την ακούσω από την εποχή της Χούντας. Το νεανικό πρόσωπο του πρωθυπουργού, που γέμισε την οθόνη, με καθησύχασε. Ακόμα κι αν δεν φορούσε γραβάτα, χαμογελούσε πλατιά. Το μήνυμα ήταν σύντομο και περιεκτικό.

«Μετά τις ευνοϊκές εξελίξεις στο τελευταίο eurogroup η ελληνική οικονομία είναι πια εξ ίσου σταθερή με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές οικονομίες. Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι αξιόπιστο και κανείς δεν έχει λόγους να μην εμπιστεύεται τα χρήματά του σ’ αυτό. Πρώτος εγώ κι όλοι οι κρατικοί και κομματικοί αξιωματούχοι.» (Η μέθοδος ήταν δοκιμασμένη από τον 160 αιώνα κι ο πρωθυπουργός, συστηματικός μελετητής της Ιστορίας, ευελπιστούσε για το ελληνικό ντόμινο.) Αμέσως στην οθόνη εμφανίστηκε ένας μακρύς πίνακας όπου φιγουράριζαν πρωτοκλασάτα ονόματα και οι καταθέσεις τους στις ελληνικές τράπεζες. Ζαλίστηκα βλέποντας τα νούμερα με τα πολλά μηδενικά. (Ακόμα κι ο γνωστός Υπουργός θεώρησε πως ήταν πια ασφαλές να χρηματοδοτεί τις σπουδές της κόρης του, στο εξωτερικό, από την Ελλάδα.)

Ακολούθησε το αναμενόμενο. Οι εταιρείες δημοσκοπήσεων εκτίναξαν τη δημοτικότητα της κυβέρνησης στο ταβάνι κι η αντιπολίτευση σύρθηκε πίσω από τα γεγονότα κι εμφάνισε τη δική της λίστα με ονόματα και νούμερα. Τα τηλεοπτικά συνεργεία στήθηκαν έξω από τις τράπεζες. Τέτοιες ουρές είχαμε να δούμε από το καλοκαίρι των κεφαλαιακών ελέγχων –με ανεστραμμένη τώρα τη φορά ροής των χρημάτων. Οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης αναβάθμισαν κατά δύο βαθμίδες την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας. Οι τράπεζες διαφήμιζαν τα προϊόντα τους και καλούσαν νέους επιχειρηματίες να ζητήσουν δάνεια. Η κυβέρνηση αποφάσισε πως δεν είχαν νόημα πια οι κεφαλαιακοί έλεγχοι·κι ανέστειλε την ισχύ τους. Το χρηματιστήριο ανέβαινε με όχημα τις τραπεζικές μετοχές ενώ τα ασφάλιστρα κινδύνου, όπως και τα σπρέντς, έπαιρναν την κατιούσα. Το συμπιεσμένο ελατήριο της Ελληνικής οικονομίας είχε απασφαλιστεί.

💧

Όνειρο ήταν και πάει... Ξύπνησα για τα καλά ενώ υποτίθεται πως βρισκόμουνα στο γκισέ να δώσω εντολή να επιστρέψουν οι λίγες οικονομίες μου από το εξωτερικό. 

Δεν είχα προλάβει να βάλω υπογραφή. 

Ευτυχώς…



Το κείμενο περιέχεται στο βιβλίο "Εκείνη κι Εκείνος" 
Για να το αποκτήσετε διαδικτυακά:

google-amazon eu-books-Rena V.Rapsomaniki




Παρασκευή 29 Απριλίου 2016

Η μερίδα η άχαρη




Η ΜΕΡΙΔΑ Η ΑΧΑΡΗ


Από την Ανάσταση του Λαζάρου στα Ωσαννά των Βαΐων κι από κει στο άρον-άρον και το Ανέστη Χριστός μεσολαβεί μόλις μία εκκλησιαστική βδομάδα· Μεγάλη έστω. Μέσα σε εφτά κατανυκτικές μέρες παρακολου-θούμε καρέ-καρέ το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου. Το δράμα έχει τη σφραγίδα της ουράνιας βούλησης και οι μικρές λεπτομέρειες είναι απόλυτα σύμφωνες με τις προφητείες. Ο θεϊκός σκηνοθέτης τίποτα δεν άφησε στην τύχη. Όλα είναι στις θέσεις τους. Η άνυδρη γη της Παλαιστίνης είναι το ιδανικό σκηνικό. Ο πρωταγωνιστής αναμφισβήτητος, γλυκύτατος και πονεμένος. Οι δεύτεροι ρόλοι καθένας με τη σημειολογία του. Η πολυάσχολη Μάρθα μεριμνά και τυρβάζει περί πολλά, η πόρνη μυρώνει τους άχραντους πόδας, ο Άννας αφήνει τον Καϊάφα να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά, ο Πιλάτος νίπτει τας χείρας πιστεύοντας πως εξιλεώ-νεται, ο ληστής συσταυρώνεται και κερδίζει τον Παράδεισο, η μάνα οδύρεται…

Στη θέση του και ο προδότης. Προδότης; Γιατί εγώ, Κύριε; Γιατί να μην πάρω τον ρόλο του αγαπημένου μαθητή που θα σταθεί δίπλα στον Σταυρό; Κάνε με τουλάχιστον Πέτρο. Θα αρνηθεί κι εκείνος τον Δάσκαλο μα δεν θα καταδικαστεί στους αιώνες. Σ’ εκείνον θα δώσεις τα κλειδιά της Βασιλείας. Εκείνος θα θεμελιώσει τον επισκοπικό θρόνο της Ρώμης και οι Πάπες θα το ’χουν καύχημα που κάθονται με δόξα και τιμή στον δικό του θρόνο. Όχι Κύριε, είναι άδικο. «Απελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο».

Έφυγε χολωμένος και πήρε τον δρόμο κλωτσώντας με τα σαντάλια όσες πέτρες συναντούσε στο διάβα του. Τα δάχτυλα μάτωσαν κι ο πόνος τον συνέφερε. Ποιος είμαι εγώ που θα μιλήσω για άδικο στον μόνο Δίκαιο; Ποιος είμαι εγώ που θα σταθώ εμπόδιο στο επουράνιο σχέδιο. Αφού κάποιος πρέπει να προδώσει, ας είμαι εγώ. «Γενηθήτω, Κύριε, το θέλημά Σου.»

Έτρεξε –μην τύχει κι αλλάξει γνώμη- στον κήπο να δώσει το φίλημα. Χαίρε Ραβί. Αι «γενεαί πάσαι» είδαν σ’ αυτό το φίλημα το στίγμα της προδοσίας. Μια ρετσινιά ανεξίτηλη χωρίς ελαφρυντικά. Το όνομά του έγινε συνώ-νυμο της προδοσίας μέσα στους αιώνες. Παραζαλι-σμένος, δεν είδε τον δρόμο της μεταμέλειας, αλλά της αυτοκαταστροφής.

Όταν η μάνα είδε το άψυχο σώμα να αιωρείται μέσα στη θηλιά, τη δεμένη πάνω στην κοτσικιά, θέλησε να μπήξει τα νύχια στο πρόσωπο και να θρηνήσει «ω γλυκύ μου έαρ, πού έδυ σου το κάλος;» Μα κρατήθηκε. Αυτός ο στίχος δεν γράφτηκε για τον προδότη. Κι αφού η μάνα έκρυψε από ντροπή τον πόνο, ποιος άλλος να νοιαστεί; Έφυγε άκλαυτος κι έγινε μισητός, επονείδιστος, σύμβολο και φιλαργυρίας και αχαριστίας. Έδωσε στον υμνωδό το δικαίωμα ν’ απαγγείλει το ανελέητο «κατηγορώ» του: «Ποιος ήταν ο λόγος, Ιούδα, που σ’ έκανε προδότη; Μήπως ο Δάσκαλος σε χώρισε από τον χορό των Αποστόλων; Μήπως σου στέρησε το χάρισμα των ιαμάτων; Μήπως σ’ έδιωξε από την τράπεζα που συνδείπνησε με τους άλλους; Ή μήπως, πλένοντας τα πόδια τους, περιφρόνησε τα δικά σου;»

Μα όλα αυτά είναι ανθρώπινες αντιδράσεις. Ο θεϊκός σκηνοθέτης τον κράτησε στους κόλπους του γιατί πολύ πόνεσε σαν του ’λαχε η μερίδα η άχαρη.


 Περιέχεται στο βιβλίο "Εκείνη κι Εκείνος"
 Θα το βρείτε ως εξής:


google-amazon eu-books-Rena V.Rapsomaniki