Ρένα Ραψομανίκη
Μαθήτρια Α' τάξης Γυμνασίου Ζακύνθου
Δεκέμβρης 1962
Προσεισμική Ζάκυνθος, Άγιος Λουκάς |
Προσεισμική Ζάκυνθος |
Προσεισμική Ζάκυνθος, λιμάνι οι σκάλες |
Προσεισμική Ζάκυνθος, δρόμος για την Πόχαλη, βίλα ΑΛΛΑ |
Προσεισμική Ζάκυνθος, Ι. Μ.Προδρόμου |
Προσεισμική Ζάκυνθος, Αγ. Λουκάς |
Προσεισμική Ζάκυνθος, πλατείες Αγ. Μάρκου και Αγ. Πάντων |
Προσεισμική Ζάκυνθος. Ι.Μ. Παρθενώνας |
Προσεισμική Ζάκυνθος, Αγία Βαρβάρα Κήπων |
Προσεισμική Ζάκυνθος, σχολή Ιησουιτών |
Προσεισμική Ζάκυνθος,Μονή Υπεραγάθου |
Προσεισμική Ζάκυνθος, πύργος Αγ. Γιώργη των γκρεμνών |
Σύγχρονη Ζάκυνθος
|
Προσεισμική Ζάκυνθος, η Πικριδιώτισσα κάτω από το Κάστρο |
Προσεισμική Ζάκυνθος, πλατεία Αγίων Πάντων |
Προσεισμική Ζάκυνθος, άποψη της πόλης από τον κόκκινο βράχο |
Προσεισμική Ζάκυνθος, ο Άγιος Διονύσιος |
Προσεισμική Ζάκυνθος, πλατεία Αγίου Μάρκου |
Προσεισμική Ζάκυνθος, το θέατρο στην πλατεία Σολωμού |
Προσεισμική Ζάκυνθος, το λιμάνι |
Δωμάτιο Μέι Γουέστ Μουσείο Νταλί, Φιγκέρες |
Ακρογιαλιά στο Πήλιο |
Το κάστρο της Σκιάθου |
Στα τριάντα οχτώ της είχε όλα όσα θα μπορούσε να είχε επιθυμήσει στα
δεκαοχτώ της. Καταξιωμένη – και καλοπληρωμένη – στη δουλειά της, με έναν
ισορροπημένο γάμο, έναν αξιολάτρευτο επτάχρονο γιο, ένα σπίτι με κήπο και
πισίνα στα βόρεια προάστια και τον τεράστιο σκύλο ερωτευμένο μαζί της στα
όρια της ψυχοπαθολογίας.
Πώς της προέκυψε το μπλέξιμο με τον εξηντάρη ούτε που το κατάλαβε.
Όλα ξεκίνησαν την εποχή που μελετούσε την προσωπικότητα του Κουρτ Γκέντελ.
Τι άνθρωπος!
Ιδιοφυία καραμπινάτη!
Το αυστηρά επαγγελματικό
κείμενο στην Wikipedia την εξιτάρισε και τη φόρτισε συναισθηματικά.
«Αυστρο-αμερικανός μαθηματικός και φιλόσοφος, θεμελιωτής της επιστήμης
της λογικής, φίλος και συνάδελφος του
Αϊνστάιν στο Ινστιτούτο Προχωρημένων Σπουδών στο Πρίνστον. Οι δυο τους συνήθιζαν να περπατούν συνομιλώντας
στο δρόμο για το Πανεπιστήμιο. O Αϊνστάιν, προς το τέλος της ζωής του, είχε
εξομολογηθεί ότι η δουλειά
του στο Ινστιτούτο δεν είχε πια κανένα ενδιαφέρον και ο μόνος λόγος που τον
κρατούσε ακόμα εκεί ήταν το προνόμιο των περιπατητικών συζητήσεων με τον
Γκέντελ. Η λογική κυριαρχεί στη σκέψη του από παιδί, αλλά ο σπόρος της
παράνοιας τη φαρμακώνει. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του έζησε μέσα στην εμμονή ότι στόχευαν να τον δηλητηριάσουν. Αρνούμενος πεισματικά να δεχτεί οποιαδήποτε τροφή, προτίμησε να πεθάνει από ασιτία παρά από δολιοφθορά. Η τραγική αντίφαση της ζωής του: υπηρέτησε με πάθος την επιστήμη
της λογικής, μα προδόθηκε από την κοινή λογική.»
Διψούσε να μάθει περισσότερα. Ψάχνοντας, έπεσε πάνω στο συγκεκριμένο ιστολόγιο. Διάβασε απνευστί την ανάρτηση με τίτλο: «η λεπτή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη μεγαλοφυΐα και την τρέλα: ένας βολικός μύθος» Είχαν πάψει από καιρό να την εντυπωσιάζουν κείμενα, μα τούτο δω ήταν αναμφίβολα εξαίρεση. Η αμεσότητα και ο βιωματικός τρόπος γραφής δεν άφηνε την παραμικρή αμφιβολία ότι ο συντάκτης του γνώριζε από πρώτο χέρι και την ιδιοφυία και την τρέλα. Ένιωσε πιεστική την παρόρμηση να γνωρίσει τον άνθρωπο πίσω από τις λέξεις.
Άφησε ένα συμβατικό σχόλιο:
Έχετε σπουδάσει μαθηματικά;
Της αντιγύρισε το σχόλιο με απρόσμενα αντισυμβατικό τρόπο:
Μαθηματικός γεννιέσαι, κοριτσάκι μου, δεν σπουδάζεις !!!!!!!
Θεέ μου τι ναρκισσισμός!
Και τι να πεις για την απαξιωτική προσφώνηση και την ενοχλητική
οικειότητα!
Κι από δω άρχισαν τα περίεργα!
Αντί να λακίσει, ένιωσε να
ιντριγκάρεται και έτσι ξεκίνησε μια εκρηκτική αλληλογραφία ανάμεσα σε
δυο ανθρώπους που τους χώριζε άβυσσος από όποια άποψη κι αν το έβλεπες.
Στην αρχή – όπως σε κάθε αρχή - όλα ήταν ωραία.
Τα μηνύματα, σύντομα αλλά περιεκτικά, πηγαινοέρχονταν μέσα από τα
ασύρματα δίκτυα μεταφέροντας πληροφορίες
και απόψεις, στίχους νεοελληνικής ποίησης, στοχασμούς αρχαίων φιλοσόφων, ατάκες από ταινίες,
αποσπάσματα από θεατρικά έργα ή βιβλία. Μια ποιοτική συνομιλία δύο ευφυών και καλλιεργημένων ανθρώπων. Τίποτα περισσότερο, τίποτα
λιγότερο.
Ένας προσεκτικός παρατηρητής, όμως, δεν θα δυσκολευόταν να διακρίνει ότι η επικοινωνία τους δεν γεννήθηκε ισότιμη. Κι έτσι έμεινε ως το τέλος.
Τα κείμενά του έμοιαζαν ακατέργαστο διαμάντι. Με λάμψη που δεν θαμπώνει,
υπάρχει όμως εν δυνάμει Το μήνυμα που εξέπεμπαν ήταν: γράφω κυριολεκτικά ό,τι
μου κατέβει. Αυτός είμαι και δεν έχω καμιά διάθεση ν’ αλλάξω.
Τα δικά της ήταν φτηνό γυαλί μεθοδικά και προσεκτικά επεξεργασμένο σε πολυάριθμες έδρες λειασμένες με τόση επιμονή που αποκτούσε τη λάμψη του πολύτιμου. Το δικό της μήνυμα -και αγωνιώδες ερώτημα ταυτόχρονα- ήταν: προσπαθώ να μη φανώ κατώτερή σου. Τα καταφέρνω;
Εκείνος έγραφε με την άνεση της ωριμότητας, την αυθορμησία της αντικομφορμιστικής
ιδιοσυγκρασίας του, την ευρηματικότητα της κουλτούρας του, την ωμή ειλικρίνεια
ανθρώπου που αδιαφορεί για κοινωνικούς καθωσπρεπισμούς και δεν δίνει πεντάρα αν
θα χαρακτηρισθεί ακόμα και αγροίκος.
Εκείνη απαντούσε με τη χαρακτηριστική της τελειομανία, έσβηνε και
ξανάγραφε, διασταύρωνε την ακρίβεια των όσων έλεγε, χτένιζε τα κείμενα με την
αίσθηση ότι συμμετείχε σε έναν άτυπο
διαγωνισμό, πάντα περιχαρακωμένη στα όρια της καλής κοινωνικής ανατροφής.
Όλη αυτή η κατάσταση της δημιουργούσε ανασφάλεια, αλλά και έξαψη. Δίπλα στον πραγματικό διάλογο έστηνε ένα δεύτερο υποθετικό. Τι μού έγραψε; Πώς τού απάντησα; Πώς θα έπρεπε να τού είχα απαντήσει; Πώς θα μπορούσα να τού είχα απαντήσει; Κι αν το είχα κάνει, πώς θα με αντέκρουε; Μήπως η απάντηση ήταν κατώτερη μου; Κι αν μου έλεγε το άλλο, πώς θα έπρεπε να αντιδράσω; Μήπως αν εφαρμόσω άλλη στρατηγική μπορώ να κατευθύνω την κουβέντα από πλεονεκτικότερη θέση; Έφτασε να βάζει στοιχήματα με τον εαυτό της για την πρόβλεψη του διαλόγου. Πάσχιζε να μαντέψει τις επόμενες δύο ή τρεις κινήσεις του, μετατρέποντας τον διάλογο σε σκάκι –ένα παιχνίδι που συνήθως κέρδιζε. Δυστυχώς – για κείνην – οι δύο διάλογοι δεν ταυτίστηκαν ποτέ. Το μόνο που κατάφερνε ήταν να απασχολεί μονοθεματικά τη σκέψη της και να χάνει τον ύπνο της. Την τρόμαζε η ιδέα του λάθους. Σαν να περνούσε από εξετάσεις. Ξαναζούσε το άγχος των φοιτητικών της χρόνων, πράγμα που από τη μια την εξαντλούσε, από την άλλη όμως ενεργοποιούσε τις δυνατότητές της, έβγαζε στην επιφάνεια τις εφεδρικές της δυνάμεις, αναδείκνυε τον καλύτερο εαυτό της και εντέλει την αναδείκνυε εξαιρετικά ζωντανή και δημιουργική.
§§§
Η διαφήμιση της σοκολάτας αποδείχτηκε ιδιαίτερα ευφάνταστη!
Σε πρώτο πλάνο, ο διευθυντής του νοσοκομείου, περιστοιχισμένος από τους θεράποντες γιατρούς, διαβάζει μπροστά στα μικρόφωνα το ιατρικό ανακοινωθέν για τον θάνατο του Γκέντελ,
Αμέσως μετά τύμπανα ηχούν ανατρεπτικά.
Η οθόνη γεμίζει με τη φράση: «κι όμως τα πράγματα θα μπορούσαν να
εξελιχθούν διαφορετικά».
Και να ο επιστήμονας, στο κρεβάτι του νοσοκομείου, χαμογελάει
σκανταλιάρικα καθώς αρπάζει από τα χέρια της διατροφολόγου τη λαχταριστή σοκολάτα.
Το σλόγκαν: « η λιχουδιά που λατρεύουν οι ιδιοφυείς», είχε πλημμυρίσει
την πόλη. Τη συναντούσες σε γιγαντοαφίσες, έντυπα, την άκουγες στο ραδιόφωνο, στην τηλεόραση. Το
ζητούμενο - η αναγνωρισιμότητα του προϊόντος - είχε επιτευχθεί.
Ο διευθύνων σύμβουλος της πολυεθνικής διαφημιστικής την κάλεσε στο γραφείο του και, με χαμόγελο που έφτανε ως τ’ αυτιά, της έσφιξε τα χέρια επαινώντας την πρωτοτυπία της ιδέας. Το πριμ της από την εταιρεία - πελάτη ήταν ένα ταξίδι στο Περού. Ξεπροβοδίζοντάς την, και με την άνεση της πολύχρονης συνεργασίας τους, της πέταξε αστειευόμενος:
-Ρε συ, λάμπεις ολόκληρη. Μπας και είσαι ερωτευμένη;
-Με τη ζωή, κύριε Αλεξίου, πάντα
με τη ζωή.
Το να δέχεται επαίνους ήταν μια γλυκιά συνήθεια από τότε που ήταν παιδί. Δεν θα καβαλούσε εύκολα καλάμι. Μα σήμερα περίμενε με ανεξήγητη αναστάτωση την κολακευτική αντίδραση του εξηντάρη.
Δέχτηκε μια ωμή, οργισμένη και πολύπλευρη επίθεση. Για την δουλειά της
πρώτα απ’ όλα:
« Η διαφήμιση είναι κακάσχημη θεραπαινίδα του καπιταλισμού, δημιουργεί
τεχνητές ανάγκες, παραπλανεί και αποπλανεί, παρασύρει σε άσκοπη κατανάλωση,
απευθύνεται στα ταπεινότερα ένστικτα, δημιουργεί ανθρώπους με μειωμένη
ικανότητα επιλογής, αποκοιμίζει και ναρκώνει την κριτική σκέψη, χειραγωγεί τους
αποδέκτες της που δρουν υπό καθεστώς μειωμένης ελευθερίας, ανεβάζει υπέρμετρα
το κόστος των προϊόντων…»
Το «κατηγορώ» του για κείνην προσωπικά – ανελέητο - την περιέλουζε με μομφές για έλλειψη ηθικών
αναστολών, τη χαρακτήριζε κακομαθημένη του συστήματος και την επέκρινε για τη
συγκεκριμένη καμπάνια που λοιδορεί τους επιστήμονες:
«Αν μη τι άλλο, δεν ξόδεψες
χρόνο για να διαβάσεις τα δύο θεωρήματα μη-πληρότητας του Γκέντελ, τι σού
φταίει να τον εντάσσεις στα στεγανά που έχεις στο κεφάλι σου; Αυτό είναι
βαρβαρότητα και έχει και μπόλικη δόση αναίδειας. Έχοντας πολύ λίγα δεδομένα για
σένα, δεν σε θεωρώ ούτε βάρβαρη ούτε αναιδή. Πρόσεχε όμως, ρε γαμώ το, πώς
χρησιμοποιείς τους Μεγάλους. Δεν εντάσσονται όλα τα πράγματα στο ίδιο καλάθι
(είτε μικρό είτε μεγάλο)».
Η ίδια η επιστημονική κοινότητα
δεν έμεινε στο απυρόβλητο. Την αποκάλεσε ψοφοδεή και τους εκπροσώπους της
καρεκλοκένταυρους που δεν έχουν τα κότσια να αντιδράσουν στην προσβολή.
Πικράθηκε. Ένας κόμπος στο λαιμό δεν έλεγε να φύγει. Αισθάνθηκε αδικημένη και ταπεινωμένη. Ένιωθε περήφανη για την δουλειά της, χωρίς να εθελοτυφλεί. Ο ανταγωνιστικός χώρος της διαφήμισης είναι ένας οχετός λυμάτων, μα είχε την πεποίθηση ότι εκείνη μπορούσε να κολυμπάει μέσα στα σκατά μένοντας ανέγγιχτη. Την προστάτευαν οι αρχές της, που ήταν αδιαπραγμάτευτες, και οι γύρω της είχαν πια αντιληφθεί ότι ήταν άσκοπο να την πιέζουν για εκπτώσεις. Μα πώς να τού δώσει να τα καταλάβει όλα αυτά όταν εκείνος είχε αρνηθεί τις δελεαστικές προτάσεις των πιο φημισμένων Πανεπιστημίων μόνο και μόνο για να μην ενταχθεί σ’ έναν χώρο που θεωρούσε εκ προοιμίου βρώμικο; Πώς να συνεννοηθούν όταν εκείνος αποκαλούσε απαξιωτικά αιθεροβάμονες ή υποκριτές εκείνους που υποστήριζαν την εκ των ένδον άλωση του συστήματος; Άσε που, χωρίς να θέλει να το παραδεχτεί, οι βεβαιότητές της είχαν κλονιστεί και δεν ήταν σίγουρη ότι η απάντησή της θα ήταν πειστική.
Δεν υπερασπίσθηκε τις απόψεις της. Άφησε τις μομφές να αιωρούνται και αυτό αποδείχτηκε κακός χειρισμός. Γιατί εκείνος, εκμεταλλευόμενος τον ενδοτισμό της, ήταν έτοιμος να κάνει ένα βήμα παραπέρα ξεκινώντας από πιο προωθημένη θέση.
Δεν βιάστηκε, βέβαια.
Α, ήξερε πολύ καλά την τέχνη!
Άλλαξε ρότα.
Της μίλησε με καμάρι και τρυφερότητα για τον εγγονό του, που ήταν στην
ηλικία του γιού της, και που ο ίδιος τον
είχε από νωρίς μυήσει στον χώρο της υψηλής τεχνολογίας, έτσι που ο μικρός είχε
ήδη γίνει εκπρόσωπος μιας multi- media γενιάς που ο ίδιος τη μακάριζε για τις
ευκαιρίες με τις οποίες ξεκινούσε τη ζωή της.
Έχουμε προ
πολλού φάει τη σκόνη τους.
Του αντιγύρισε τη σχέση αμοιβαίας λατρείας που τη συνέδεε με το παιδί της. Και δεν θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά, αφού είχε γίνει ο μέντοράς του στ’ απόκρυφα μυστικά της φύσης.
Μαζί παρακολουθούσαν την πορεία της ζωής στα οπωροφόρα του κήπου τους
καταγράφοντας τα στάδια της διαδικασίας
μετατροπής των λουλουδιών σε ώριμους καρπούς.
Μαζί άφηναν ηλιόσπορους στις μυρμηγκοφωλιές, και – ξαπλωμένοι μπρούμυτα
στο χώμα – παρατηρούσαν τους
λιλιπούτειους εργάτες να μεταφέρουν
φορτία δυσανάλογα με το μέγεθός τους, αποκαλύπτοντας δυνάμεις που
ήταν δύσκολο να υποψιαστείς.
Μαζί «φύτευαν» φασόλια πάνω σε μουσκεμένο μπαμπάκι και κατέγραφαν καθημερινά το θαύμα της ανάπτυξης. Που ξεκινούσε όταν το μικρούτσικο φύτρο τρυπούσε τη φλούδα και εξελισσόταν σε διαφοροποιημένους ιστούς που περιέχονταν εν δυνάμει μέσα του. Κι όλ' αυτά με τροφοδότη τις κοτυληδόνες που σιγά-σιγά ατροφούσαν έχοντας εκπληρώσει το σκοπό τους.
Μαζί εξερευνούσαν τους θησαυρούς της θάλασσας, ανιχνεύοντας με τη μάσκα
το βυθό. Το τεντωμένο δαχτυλάκι του, κάτω από την επιφάνεια του νερού, την
καθοδηγούσε κι εκείνη βουτούσε βαθιά
για να ανασύρει έναν αχινό, έναν
αστερία, έναν ιππόκαμπο, ένα κοχύλι… Και πως πανηγύριζαν αν ανακάλυπταν το
αγαπημένο, πολύτιμο «αυτάκι της Αφροδίτης»!
Μαζί γλιστρούσαν με τα πέδιλα του σκι στις χιονισμένες βουνοπλαγιές
όπου η εμπειρία της δεν μπορούσε να συναγωνιστεί τη δική του χάρη.
Μαζί κατάβρεχαν τα αφυδατωμένα σαλιγκάρια που είχαν γαντζωθεί να
ξεκαλοκαιριάσουν στον μαντρότοιχο και – μπροστά στα έκπληκτα μάτια τους –
εκείνα ζωντάνευαν και περπατούσαν κουνώντας με περιέργεια τις κεραίες τους έχοντας
πρόωρα ξυπνήσει από το βαθύ ύπνο τους.
Ανακαλύπτω
τον κόσμο από την αρχή μέσα από τα δικά του μάτια.
Ήταν όμορφη αυτή η ανέμελη φάση της επικοινωνίας τους, μα το αλάφιασμα δεν έλεγε να την εγκαταλείψει, μια και κάτι μέσα της την προειδοποιούσε ότι δεν επρόκειτο να διαρκέσει.
Δεν έπεσε έξω.