Τετάρτη 19 Σεπτεμβρίου 2012

Ψηλά στον Αφέντη Χριστό


Το οδοιπορικό αυτό έχει δημοσιευθεί στο τεύχος  93 του περιοδικού: "Ελληνικό Πανόραμα"

Το εκκλησάκι της μεταμόρφωσης στην κορυφή "Ψαρή Μαδάρα" ή "Αφέντης Χριστός" της Δίκτης


Μεγάλη σου η Χάρη Αφέντη Χριστέ, μα ήταν ανάγκη να μεταμορφωθείς εκεί ψηλά στο Θαβώρ; 
Και καλά... εσύ αφέντης είσαι και λογαριασμό δεν δίνεις. 
Οι Κρητικοί ήταν ανάγκη να χτίσουν το εκκλησάκι στην  κορυφή της Δίκτης στα 2141 μ
Και καλά... οι Kρητικοί γνωστοί είναι για τις κουζουλάδες τους.
Εμείς, λογικοί και μυαλωμένοι ορειβάτες το μετρήσαμε καλά όταν αποφασίσαμε να  ανεβούμε το γυμνό και άνυδρο πετροβούνι, ενώ η μετεωρολογική προέβλεπε θερμοκρασίες που θα άγγιζαν τους σαράντα; 


Ορεξάτοι – αλλά όχι ανυποψίαστοι - καταφθάσαμε, καυτό αυγουστιάτικο απομεσήμερο,  στο Αβρακόντε του Λασιθιού. Η αναπάντεχη εμφάνισή μας αναστατώνει την ησυχία του χωριού που μοιάζει έρημο, παραδομένο στη ραστώνη της μεσημεριανής σιέστας. Το ηλικιωμένο ζευγάρι, ιδιοκτήτες του καφενείου της πλατείας, δείχνει ξαφνιασμένο. Τα μάτια της γιαγιάς λάμπουν όταν μαθαίνει τον στόχο μας. « Έχω πάει τρεις φορές με τα παιδιά από το χέρι και φορτωμένη μπατανίες…» Παίρνω θάρρος. Δεν πρέπει να είναι ακατόρθωτο. Πολύ περισσότερο που ο Νίκος,  ένας από τους ντόπιους συνορειβάτες,  δείχνει απτόητος παρά τα  82 του χρόνια.
Άρα δεν θα είμαι ο αδύναμος κρίκος της ομάδας, αυτοπαρηγοριέμαι, χωρίς να ξέρω πως στη διάρκεια της τριήμερης πορείας θα παίρνω καταπόδι το σταθερό βήμα του Νίκου που ξέρει τα πιο σίγουρα μονοπάτια και τις πιο έξυπνες και ασφαλείς κονταρίδες. 
Κονταρίδες!  
Τρεις μέρες μαζί τους, και το λεξιλόγιό μου προσαρμόστηκε στην κρητική ντοπιολαλιά.  
Κονταρίδα, από το κονταίνω – έπρεπε να το είχα σκεφτεί - πάει να πει παράκαμψη που κόβει δρόμο για να τη βγεις πιο μπροστά από τους άλλους.


Η ορεξάτη ομάδα στο ξεκίνημα λίγο πάνω από το Αβρακόντε


Η πορεία ξεκινάει ανηφορική, το έδαφος πετρώδες, η βλάστηση θαμνώδης και αγκαθωτή: ένα περιβάλλον που μας προϊδεάζει για το τι πρόκειται να επακολουθήσει. Είμαστε όμως φρέσκοι και ξεκούραστοι και το κυριότερο: με μόνο φορτίο στα σακίδια το νεράκι μας. Τα μπαγκάζια μας θα φτάσουν πριν από μας στο καταφύγιο με αγροτικό. Περπατάμε χαλαρά, σταματάμε να κόψουμε αχλάδια από το δέντρο που ξεφύτρωσε στο δρόμο μας, τα βρίσκουμε και γλυκά και στυφά, κοντοστεκόμαστε  ν’ αγναντέψουμε από ψηλά το οροπέδιο του Λασιθίου, με τους περίφημους ανεμόμυλους,  που ο αριθμός τους  έχει ελαττωθεί δραματικά, ο ήλιος έχει αρκετά χαμηλώσει, η ζέστη υποφερτή... μια καλή προθέρμανση.


Το οροπέδιο του Λασιθίου από ψηλά

Κάποιος ανοιχτομάτης διακρίνει στο βάθος ένα πουλί με τεράστιο άνοιγμα φτερών που βουτάει χαμηλά στο έδαφος. Όρνιο που έχει μυριστεί ψοφίμι. Κι ενώ οι φωτογραφικές ζουμάρουν να απαθανατίσουν, τα πουλιά πολλαπλασιάζονται. Και ένα… και δύο… και τρία… και τέσσερα… και όλα κάνουν κύκλους γύρο από το ίδιο σημείο - όχι πολύ μακριά από την πορεία μας - και ζυγιάζονται πριν εφορμήσουν. Πέταγμα περήφανο, κίνηση  ασυγκράτητα ορμητική χωρίς η βιάση να της στερεί τη χάρη. Ταυτόχρονα, απεγνωσμένα βελάσματα  αντηχούν στην απέναντι βουνοκορφή. Όσο κι αν προσπαθούμε, δεν καταφέρνουμε να εντοπίσουμε την πηγή της αγωνιώδους έκκλησης για βοήθεια. Αισθανόμαστε, άλλωστε, ανίσχυροι να συνεισφέρουμε και παγώνουμε στην ιδέα πως κάποιο ζώο ξέκοψε από το κοπάδι και τα όρνια το μυρίστηκαν απομονωμένο κι ανυπεράσπιστο. Η φύση δεν είναι τόσο ειδυλλιακή, όσο την περιγράφουν οι ρομαντικοί. Το δίκιο του ισχυρότερου, ο αγώνας της επιβίωσης, η πίεση της αυτοσυντήρησης, η βία… τα βασικά ένστικτα.





Αποδείχτηκαν ανεξάρτητα γεγονότα. Τα βελάσματα σταματούν, το σόου με τα όρνια παίρνει τέλος. Τα παρατηρούμε καθώς απομακρύνονται και εξαφανίζονται στον ορίζοντα. Ό,τι είχε να τους δώσει η περιοχή, το πήραν. Πάνε γι άλλα. Πλησιάζοντας ανακαλύπτουμε σκόρπια υπολείμματα από το μεγάλο φαγοπότι: προβιές, παΐδια, κρανία με στόματα που χάσκουν και στρογγυλές τρύπες στη θέση των ματιών. Ό,τι περίσσεψε από το τσιμπούσι θα μείνει εκεί να ανακυκλωθεί με φυσικές διαδικασίες. Σε αντάλλαγμα μας άφησαν  ένα πανέμορφο φτερό που ξεκόλλησε  πάνω στη φούρια και που κρατάμε σαν  πολύτιμο αναμνηστικό.



Φτάνοντας στην κορυφογραμμή βλέπουμε ξαπλωμένο στα πόδια μας το οροπέδιο Λιμνάκαρο μικρότερο σε έκταση από του Λασιθίου, αλλά εξ ίσου εύφορο. Κατεβαίνουμε προσεκτικά τα σαθρά πέτρωματα να φτάσουμε στον χωματόδρομο που εφάπτεται στο οροπέδιο. 

Το οροπέδιο Λιμνάκαρο χωμένο ανάμεσα στα βουνά

Σύντομη στάση στο δίδυμο εκκλησάκι και δρόμο για το τελικό ανέβασμα. Μονοπάτι ουσιαστικά  δεν υπάρχει, η μαύρη σωλήνα όμως που κουβαλάει νερό από την πηγή είναι ασφαλής οδηγός και την ακολουθούμε πιστά. Κάποια τεράστια πουρνάρια – πρίνοι κατά τους Κρητικούς – τονίζουν με τη μοναχική παρουσία τους τη γύμνια του τοπίου. Ένα από αυτά είναι δίδυμο και αφήνει ένα στενό άνοιγμα ανάμεσα στους δύο κορμούς από το οποίο περνάμε σαν να ’ναι πόρτα.

Στο βάθος το πετρόχτιστο καταφύγιο με τις επικλινείς στέγες βάφεται κόκκινο από κάποιες καθυστερημένες ακτίνες του ήλιου που βασιλεύει. 

Το καταφύγιο του Ε.Ο.Σ. Λασιθίου λουσμένο στα κόκκινα χρώματα της δύσης

Από τα ηχεία του αγροτικού, που έχει παρκάρει στον περίβολο, ξεχύνεται κρητική μουσική για καλωσόρισμα. Πιανόμαστε για έναν Μαλεβιζιώτη.  Μέχρι να κάνουμε στοιχειώδη καθαριότητα με το παγωμένο νερό στο ντους, να διευθετήσουμε τα της διαμονής, να διαλέξουμε κουκέτα και μαξιλάρι, να ανοίξουμε υπνόσακους ,να οργανώσουμε το μεγάλο σακίδιο της επομένης, έχει πάρει να σκοτεινιάζει. Μόλις που προλαβαίνουμε να απολαύσουμε στον περίβολο την γλυκιά ώρα που το σκοτάδι παίρνει φαλάγγι το φως και οι κορφές ολόγυρα γεμίζουν ίσκιους.
Συνεχίζεται...

3 σχόλια:

  1. Πολύ ωραία η καταγραφή των εντυπώσεών σου, κυρία Ρένα! Επισκέφτηκα την ιστοσελίδα σου για να διαβάσω και να ξαναπολαύσω τα όσα μας απήγγειλες πριν λίγες μέρες στη διάρκεια του ταξιδιού μας προς την Ορεινή Κορινθία.
    Ήθελα να έρθω σ' εκείνη την εξόρμηση, αλλά δεν τα κατάφερα. Και μόνο η επωνυμία ''Αφέντης Χριστός'', στο πρόγραμμα δραστηριοτήτων του Ε.Ο.Σ. Χαλκίδας με γοήτευε, θυμίζοντάς μου το δημοτικό τραγούδι ''Των Κολοκοτρωναίων'' ή, με άλλο τίτλο, ''Λάμπουν τα χιόνια στα βουνά'', που τελειώνει με το στίχο ''...και στον Αφέντη το Χριστό ρίχνουνε τ' άρματά τους''. Προσπάθησα λοιπόν να ζήσω ό,τι ζήσατε, μέσα από τα γραφόμενά σου.
    Να είσαι καλά και να μας χαρίζεις τέρψη και ψυχαγωγία.
    Δ. Κατσαρός

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Το σχόλιό σου αποκτάει διπλή αξία, Δημήτρη, επειδή κι εσύ γράφεις πολύ ωραία.
    Σ' ευχαριστώ

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Οι κουβεντούλες μας