ο ομαδικός ύπνος στο καταφύγιο δεν είναι δα και συγκρίσιμος με εκείνον σε πεντάστερο ξενοδοχείο, μα όταν ξυπνάω, από το πρωινό φως που μπαίνει ανεμπόδιστο από τη τζαμαρία και από τη φασαρία που κάνουν όσοι έχουν ήδη σηκωθεί, νιώθω να τον έχω χορτάσει. Μα κι αν υπάρχει κάτι κοιμισμένο ακόμα επάνω μου, ξυπνάει στην επαφή με το κρύο νερό που ρίχνω άφθονο στο πρόσωπο στην εξωτερική βρύση. Τσάι του βουνού, βουτήματα, φρούτα, ξηροί καρποί για πρωινό - τα απαραίτητα καύσιμα που μας δίνουν θερμίδες, ενέργεια, αντοχές. Η αντίστροφη πορεία αρχίζει. Μαζεύουμε τα μπαγκάζια, καθαρίζουμε τα ίχνη της διανυκτέρευσης - η επόμενη ομάδα να βρει το καταφύγιο κατοικήσιμο - και κατηφορίζουμε προς το λεωφορείο που περιμένει υπομονετικά. Στην κατασκήνωση η διαδικασία αποκατάστασης του χώρου έχει προχωρήσει. Το πολύχρωμο λιβάδι έχει πρασινίσει ξανά.
Τις πρόσεξα, λουσμένες στο πρωινό φως, αριστερά από το λεωφορείο κι ήταν σαν αποκάλυψη. Το προηγούμενο βράδυ - θες το λιγοστό φως, θες η κούραση, θες η βιασύνη - είχαν περάσει απαρατήρητες. Μια συστάδα από υπέργηρες αγριοκαστανιές, παράρτημα προφανώς του καστανόλογγου, που απλώνεται ως εκεί που φτάνει το μάτι στα δεξιά. Μερικά κλαδιά είχαν προλάβει να πετάξουν φρέσκα πράσινα φύλλα, τα περισσότερα γυμνά ακόμα. Είδα κάτι υποβλητικό στη στάση τους, κι αμέσως απόρησα με τον εαυτό μου. Τι ιδέα κι αυτή! Η στάση ενός δέντρου! Τα δέντρα είναι καταδικασμένα σε όρθια ακινησία! Ο νους πλημμύρισε λογοτεχνία: Μυριβήλης και η «δασκάλα με τα χρυσά μάτια». Ο νεαρός πρωταγωνιστής είναι καθηλωμένος στο κρεβάτι του νοσοκομείου, φασκιωμένος με επιδέσμους στην θέση των ποδιών που σακατεύτηκαν στον πόλεμο. Ευαισθητοποιημένος από την οριστική ακινησία που του μέλλεται, οδηγείται σε πικρούς συνειρμούς για την μοίρα που θα μοιραστεί από δω και πέρα με τα δέντρα. Μια μοίρα ακατανόητη για κείνον, αυτονόητη για κείνα, εξ ίσου αντιφατική, ωστόσο. Δέντρα θεόρατα, αιωνόβια, ρωμαλέα, προσωποποίηση της υγείας και της δύναμης και να είναι καταδικασμένα να στέκονται ακίνητα στο ίδιο μέρος, μήνες, χρόνια, αιώνες κάποτε! Είναι για λύπηση, πιο ταπεινά κι από ένα τιποτένιο μαμουνάκι!
Τούτα τα δέντρα μπροστά μου, είχαν μια κίνηση προς το νοτιά, λες και έκαναν μια απελπισμένη προσπάθεια από κάτι να ξεφύγουν, λες και κάποιος φοβερός διώκτης έτρεχε πίσω τους κι εκείνα, πάνω στον πανικό, λησμονούσαν τη μοίρα τους κι επιχειρούσαν την υπέρβαση. Τα γυμνά κλαδιά έμοιαζαν πλοκάμια που απλώνονται να εκτιναχθούν μπροστά αγνοώντας τις στριφογυριστές ρίζες που πακτώνουν το δέντρο μέσα στην γη.
Εικόνα ονειρική!
Λες και δεν ήξερα την εξήγηση!
Βοριάδες, που πνέουν στην περιοχή συχνοί και σφοδροί, τα βομβαρδίζουν από τότε που ήταν νεαρά δενδρύλλια. Είναι λογικό να έχουν πάρει αυτή την κλίση.
Μα σήμερα, με μια άπνοια - δώρο των δυνάμεων της φύσης για μας τους επισκέπτες - ο ορθολογισμός παραμερίζει, να δώσει χώρο στο όνειρο.
Εικόνα ονειρική!
Λες και δεν ήξερα την εξήγηση!
Βοριάδες, που πνέουν στην περιοχή συχνοί και σφοδροί, τα βομβαρδίζουν από τότε που ήταν νεαρά δενδρύλλια. Είναι λογικό να έχουν πάρει αυτή την κλίση.
Μα σήμερα, με μια άπνοια - δώρο των δυνάμεων της φύσης για μας τους επισκέπτες - ο ορθολογισμός παραμερίζει, να δώσει χώρο στο όνειρο.
-Θα μου τις φωτογραφίσεις;
Πήρε πολλές φωτογραφίες, να με ευχαριστήσει. Δεν αποτυπώθηκε η εικόνα που εγώ είχα δει. Ο φωτογράφος αποτυπώνει το θέμα με τον μοναδικό τρόπο που το βλέπει εκείνος.
Σακίδια στους ώμους, μπαστούνια, καπέλα, μακρυμάνικα πουκάμισα, αντηλιακή κρέμα - ο ήλιος σήμερα δεν αστειεύεται και πρέπει να έχουμε το νου μας. Αφετηρία το καταφύγιο. Η ανάβαση θα κρατήσει μια ώρα. Μα τι ανάβαση! Η κόντρα μεγάλη, η ανηφοριά απότομη – είμαστε κοντά στη κορυφή. Το έδαφος πετρώδες. Βουνά διαμελισμένα σε ογκόλιθους, ογκόλιθοι διαμελισμένοι σε βράχια, βράχια διαμελισμένα σε πλάκες, πλάκες διαμελισμένες σε πέτρες.
Επιβλητικό και υποβλητικό!
Μας καθηλώνει κι ας το ’χουμε δει ξανά και ξανά!
Κάθε φορά κάτι καινούργιο υπάρχει να παρατηρήσουμε.
Κάθε φορά κάτι καινούργιο υπάρχει να παρατηρήσουμε.
Είμαστε έτοιμοι να πάρουμε το μονοπάτι της καθόδου, από την άλλη πλευρά του βουνού. Έτσι ενώ ξεκινήσαμε από το Νότιο Ευβοϊκό θα καταλήξουμε στο Αιγαίο. Μέσα στο Σαββατοκύριακο θα έχουμε διασχίσει την Εύβοια κάθετα στον κατά μήκος άξονά της. Κατεβαίνουμε τρέχοντας σαν κατσίκια. Η κατάβαση δεν κουράζει καρδιά και πνευμόνια, καταπονεί όμως γάμπες και τετρακέφαλους, φθείροντας τα αμορτισέρ των γονάτων καθώς πρέπει να ελέγχουμε συνεχώς το φρενάρισμα. Ειδικά σήμερα που οι σάρες γλιστρούν. Σε αρκετά ανήλιαγα σημεία οι πρόσφατες νεροποντές έχουν αφήσει τα ίχνη τους και οι πέτρες δεν έχουν ακόμα στεγνώσει.
Μπροστά μας το Αιγαίο στραφταλίζει εκτυφλωτικό, ο χθεσινός Ευβοϊκός θυμίζει, μπροστά του, φτωχό συγγενή.
Πες μου τι όνειρο είδες όταν μέσα στα δρακόσπιτα κοιμήθηκες;
ΑπάντησηΔιαγραφήΉταν ή δεν ήταν η νύχτα ονειρομάνα;
Ήταν ή δεν ήταν η κατάβαση θλιμμένη;
Πάντα έτσι γίνεται. Σκοπός του ταξειδίου η επιστροφή.
Στην πραγματικότητα. Εκεί που η καρδιά χτυπάει τρελά ιδιόρυθμα.
Το διάλειμμα τέρμα. Τα κεφάλια μέσα.
Πασχάλης
Μ΄αρέσει, Πασχάλη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠάντα το διάλειμμα έχει τέλος.
Αλλιώς δεν θα ήταν διάλειμμα.
Η επόμενη, και τελευταία,
συνέχεια έχει ως κατάληξη την επιδρομή της καθημερινότητας.
Η κατοικία του Δράκου είναι ζητούμενο και στην περιθωριακή λαϊκή ποίηση, τον τελευταίο αυθεντικό κρίκο της πορείας του Ελληνικού λόγου από τα αρχαία χρόνια ίσαμε τώρα.
ΑπάντησηΔιαγραφή"Ζούλα σε μία βάρκα μπήκα
στη σπηλιά του Δράκου βγήκα"
γράφει ο Γιώργος Μπάτης ή Αμπάτης που πρωτοτραγούδησε ο Στράτος Παγιουμτζής ή Τεμπέλης.
Σπάνια και μοναδική εκτέλεση από τον Βασίλη Τσιτσάνη, ξημερώματα στο "Χάραμα"
http://www.youtube.com/watch?v=UbnUHvtndZU&feature=related
Ετυχε να είμαι εκεί, δίπλα στο 50κιλο μπομπινόφωνο που έγραψε το τραγούδι και κατάλαβα λίγο τι παναπεί 5000 χρόνια Ελληνικός πολιτισμός !!
Δημήτρης Τσοκάκης
Είσαι πολύ τυχερός
ΑπάντησηΔιαγραφήπου έζησες αυτή την εμπειρία.