ΑΝΤΙΘΕΜΑ ( Φαγκότα,Γαλλικά Κόρνα, Τρομπέτες, Τρομπόνια, είσοδος κρουστών)
Τα πρώτα χρόνια μετά τη μεταπολίτευση τα τηλεοπτικά κανάλια συναγωνίζονταν για τo καλύτερο αφιέρωμα στην επέτειο του πραξικοπήματος των συνταγματαρχών κάθε 21 του Απρίλη. Το κοινό αποδείχτηκε διψασμένο να μάθει όσα διαδραματίζονταν όλα αυτά τα χρόνια πίσω από τον αμέριμνο ύπνο του, ένιωθε αυθεντική συγκίνηση για τα πάθη ανθρώπων που αντιστάθηκαν και το πλήρωσαν, ζούσε, από την ασφάλεια του καναπέ, διώξεις και αποτρόπαια βασανιστήρια, έδειχνε σοκαρισμένο όταν ανακάλυπτε την φίμωση του λόγου που είχαν επιβάλει οι επιτροπές λογοκρισίας.
Μα συνέβαιναν στ’ αλήθεια τέτοιες φρικαλεότητες. Κι εγώ πού ήμουν;
Οι εκπομπές είχαν μεγάλη ακροαματικότητα. Άγνωστα, μέχρι τότε, πρόσωπα έγιναν αναγνωρίσιμα μέσα σε μια νύχτα. Με τα χρόνια η υπόθεση ξέφτισε, τα μηχανάκια διαπίστωσαν σημάδια κόπωσης, οι τηλεθεατές έψαχναν με το τηλεκοντρόλ να βρουν κάτι λιγότερο βαρετό. Τα πάντα έμοιαζαν να έχουν ειπωθεί, οι πρωταγωνιστές – κακοί και καλοί – είχαν βρει τις θέσεις που τους έπρεπαν: οι πρώτοι στα κελιά, οι δεύτεροι στην Βουλή, στα υπουργεία, σε δημόσιες θέσεις ευθύνης. Καινούργια προβλήματα μονοπωλούσαν την επικαιρότητα. Μόνο τα κρατικά κανάλια, από κεκτημένη ταχύτητα, θεωρούσαν υποχρέωσή τους να θυμούνται το γεγονός.
Στα εικοσιπεντάχρονα ο Μιχαλιός Εξωτικάκης δέχτηκε ένα απρόσμενο τηλεφώνημα.
-Νικόλα, παλιόφιλε, πώς και με θυμήθηκες;
-Πιστεύεις σοβαρά ότι σε ξέχασα ποτέ; Είσαι όμως η συνείδησή μου και, πρέπει να παραδεχτείς, ότι δεν είναι εύκολο να βρίσκεσαι τετ-α-τετ μαζί της.
-Θέλεις να πεις ότι δεν τα έχεις καλά με την συνείδησή σου;
-…
-Έλα, σε πειράζω…
-Αυτή είναι μια συζήτηση που θέλει μπύρες… Τώρα χρειάζομαι την βοήθειά σου. Πρόκειται για την γυναίκα μου. Το έμαθες φαντάζομαι ότι, επί τέλους, παντρεύτηκα.
-Η Αθήνα είναι ένα μικρό χωριό και οι γάμοι των επώνυμων – πρόφερε τη λέξη με μια χροιά απαξίωσης και ελαφριάς ειρωνείας – διεγείρουν το ενδιαφέρον του κοινού. Ωραίο γκομενάκι... δεν έχω παρά να σου ευχηθώ βίον ανθόσπαρτον.
-Πρόσεξε, φίλε, μιλάς για την γυναίκα μου.
-Με συγχωρείς. Παρασύρθηκα. Σ' ακούω.
Κοντολογίς, η νεαρή σύζυγος, ανερχόμενο αστέρι στον κόσμο των μίντια, είχε αναλάβει να παρουσιάσει τη φετινή επετειακή εκπομπή.
Αναμενόμενο, αφού έχει ένα μεγάλο ατού: τον πασίγνωστο αντιστασιακό σύζυγο.
Είχε φιλόδοξα σχέδια, το έβλεπε σαν προσωπικό στοίχημα, σκόπευε να αποφύγει την ανία των προηγούμενων, σκόπευε να κάνει μια εκπομπή που θα συζητηθεί, ήταν η ευκαιρία της. Πόνταρε στην φρεσκάδα που θα έφερναν στο πάνελ πρόσωπα άφθαρτα, άγνωστα στο κοινό, διατεθειμένα να φωτίσουν πτυχές που δεν είχαν εξερευνηθεί.
-Εσύ έχεις το ιδανικό προφίλ κι εγώ θα το θεωρούσα προσωπική χάρη…
-Νικόλα, ξέρεις ότι έχω πολλές φορές αρνηθεί… δεν μου πάει αυτός ο ρόλος κι άλλωστε ξέρεις ότι δεν έχω… φωτογένεια, για να το πω με πολιτική ορθότητα.
-Δικαιολογίες. Θα γράψεις στο γυαλί να μου το θυμηθείς. Εξάλλου θα πας στο πόδι μου. Μακάρι να μπορούσα να είμαι εγώ μέσα. Μα θα μας κράξουν αν το κάνουμε οικογενειακή υπόθεση.
Τον βρήκε μπόσικο και είπε το ναι. Πάντα ένιωθε ευάλωτος μπροστά σε φιλίες που είχαν ρίζες στα μαθητικά χρόνια πολύ περισσότερο που η δική τους σφυρηλατήθηκε σε ταραγμένους καιρούς.
...................................................................................................................................................................
Έφτασε στο θυρωρείο του μεγάρου της Αγίας Παρασκευής ελαφρά καθυστερημένος.
Στο στούντιο επικρατούσε κατάσταση έξαλλης αλλοφροσύνης. Η παρουσιάστρια έδειχνε να βρίσκεται στα όρια νευρικής κρίσης. Η ανασφάλειά της κραύγαζε από μίλια μακριά. Ο σκηνοθέτης έδινε τις τελευταίες οδηγίες, οι κάμερες άλλαζαν θέσεις προσπαθώντας να βρουν την βέλτιστη γωνία λήψης, η μακιγιέρ προσπαθούσε να διορθώσει τις ατέλειες της τελευταίας στιγμής, η κομμώτρια την κυνηγούσε να στρώσει ένα απείθαρχο τσουλούφι…
-Κύριε Εξωτικάκη, σας περίμενα νωρίτερα. Υποτίθεται ότι θα προβάραμε κάπως τις ερωτήσεις, δεν προλαβαίνουμε ούτε να γνωριστούμε.
Έκανε φανερή προσπάθεια να δώσει στη φωνή έναν ευχάριστο τόνο, αλλά ο εκνευρισμός δεν άφηνε την προσπάθεια να τελεσφορήσει και η φράση ήχησε στ’ αυτιά του σαν επίπληξη. Δεν είχαν αρχίσει καλά!
Ο Νικόλας προσπάθησε να λειτουργήσει πυροσβεστικά.
-Μην ανησυχείς, αγάπη μου, ο Μιχαλιός είναι εξαιρετικός συζητητής και ένας από τους ελάχιστους ευφυείς. Δεν χρειάζεται προετοιμασία, οι ατάκες του έχουν μείνει παροιμιώδεις, βασίσου επάνω του, θα σπάσετε τα μηχανάκια, θα δεις…
Από την πρώτη στιγμή φάνηκε πόσο ανιαρά επρόκειτο να κυλήσουν οι επόμενες ώρες. Η δημοσιογράφος παρουσίασε στο κοινό τους προσκεκλημένους χρησιμοποιώντας μεγαλόστομες εκφράσεις, έκανε μια τυποποιημένη εισαγωγή που μύριζε κονσέρβα και ξεκίνησε με τις στημένες ερωτήσεις. Δεν είχε προλάβει να πάρει την θέση του στο οβάλ τραπέζι και το είχε ήδη μετανιώσει. Χάθηκε μέσα στον κυκεώνα των σκέψεών του – μια άμυνα που είχε αναπτύξει σε περιπτώσεις που δεν μπορούσε να αποφύγει βαρετές καταστάσεις σαν αυτή.
-Ποια είναι η πιο έντονη ανάμνησή σας από εκείνη την ημέρα; Είσαστε, αν δεν κάνω λάθος, δεκαεπτά χρόνων.
-…
-Κύριε Εξωτικάκη…
Ξαναγύρισε ακαριαία στο στούντιο. Είδε την κάμερα στραμμένη απειλητικά επάνω του σαν οπλοπολυβόλο που σημάδευε να τον πυροβολήσει αν δεν απαντούσε σωστά.
- Μμμ… η πιο έντονη ανάμνηση είναι… εκείνο το μαγευτικό ηλιοβασίλεμα…
-Θα θέλατε να γίνεται πιο συγκεκριμένος;
-Ήταν μια πανέμορφη ανοιξιάτικη μέρα… Δεν έχω λησμονήσει την παλέτα των χρωμάτων της δύσης... αν το θέλετε θα μπορούσα να τα περιγράψω...
-Πάντα αντισυμβατικός ο κύριος Εξωτικάκης…
Η παρουσιάστρια έκρυψε την φούρκα της κάτω από ένα γοητευτικό χαμόγελο κι απευθύνθηκε στον επόμενο καλεσμένο.
Τον αγνόησε επιδεικτικά στον επόμενο γύρο των ερωτήσεων κι εκείνος βρήκε ευκαιρία να το σκάσει κάποια στιγμή που η κάμερα δεν τον κατασκόπευε.
Στο διάδρομο ο Νικόλας τον κατακεραύνωσε κλείνοντάς του τον δρόμο.
-Είσαι κωλόπαιδο!
-Μας το έχει πει και κάποιος άλλος, πολλά χρόνια πριν, θυμάσαι; Είμαι περήφανος που εξακολουθώ να είμαι κωλόπαιδο.
Η αναφορά ήταν κάτι παραπάνω από σαφής. Τις πρώτες πρωινές ώρες της 17 Νοέμβρη του 73 – αφού το τανκς είχε σαρώσει την πύλη του Πολυτεχνείου – ο συνταγματάρχης Ντερτιλής, που βρισκόταν στην Πατησίων στο ύψος του κινηματογράφου «Αλάσκα», έδινε εντολές στους Λοκατζήδες με το περίστροφο στο χέρι. «Βαράτε στο ψαχνό, δεν θα μας κάνουν ό,τι θέλουν πέντε κωλόπαιδα».
Ο Νικόλας χλόμιασε και παραμέρισε να τον αφήσει να περάσει.
Στο μοντάζ της – μαγνητοσκοπημένης – εκπομπής η παρουσία του Μιχαλιού διαγράφηκε και το πανελλήνιο έχασε την ευκαιρία να τον δει στην οθόνη.
...................................................................................................................................................................
Στον δρόμο της επιστροφής ο νους πλημμύρισε χρώματα.
Ναι, ήταν δεκαεφτά χρόνων.
Ναι, ήταν το ομορφότερο ηλιοβασίλεμα της ζωής του.
Συνεχίζεται...
Η ηδονή της ανάγνωσης σε ροή διακόπτεται Κατερίνα μου στα καλύτερα. Θα σε περιμένω μια εβδομάδα; Τι να κάνω παρά να σου ευχηθώ καλή έμπνευση
ΑπάντησηΔιαγραφήΠασχάλης
Είναι ωραίο στις μέρες μας, να 'χεις να περιμένεις κάτι και να είναι και καλό!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ΄ευχαριστούμε και περιμένουμε!
Έχω την εντύπωση πως εμένα και την Ελένη μας έβαλες για καλά στο λούκι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠασχάλης
Στην πατρίδα μου λένε:
ΑπάντησηΔιαγραφήΑνάρια-ανάρια το φιλί για να 'χει νοστιμάδα. (ανάρια = αραιά).
Καλό Σαββατοκύριακο.
Για το περιστατικό στο ΑΛΑΣΚΑ είχε ήδη ξημερώσει η 18η Νοέμβρη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠηγή μου είναι η ένορκη κατάθεση του οδηγού του ισοβίτη στην οποία αναφέρεται:"Στις 4 ή 4:30 ξημερώνοντας Σάββατο (ήτις έστι μετά την Παρασκευή 16 Νοεμβρίου, σημείωση δική μου) παρέλαβα τον Ντερτιλή και τον μετέφερα από την ΑΣΔΕΝ στο Πολυτεχνείο με το τζιπ..." Στη συνέχεια αναφέρεται στα γεγονότα Πατησίων και Στουρνάρα, Χαυτεία έξω από τον ΜΠΡΑΒΟ και Αλάσκα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν ήμουν εκεί.
Μήπως ήσουν εσύ;
Δεν θυμάμαι. Μπορεί.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔυστυχώς οι "απομέσα" του Πολυτεχνείου, χειρίσθηκαν την εξουσία ισάξια και σε πολλές περιπτώσεις χειρότερα από τους "απέξω" ακόμα δε δυστυχώς στοιχειώδη τσίπα έστω σαν του ντερτιλή δεν υφίσταται σαν θέμα.........bonjornoprigipessa
ΑπάντησηΔιαγραφή